Η Ελλάδα 42η στο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου 2018
Χαμηλή θέση στην παγκόσμια κατάταξη των χωρών, με βάση το Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου 2018 (Global Talent Competitiveness Index - GTCI), καταλαμβάνει η Ελλάδα. Η χώρα βρίσκεται στην 42η θέση του Δείκτη ανάμεσα σε 119 κράτη παγκοσμίως. Η σχετική κατάταξη της χώρας είναι χαμηλή εντός της ομάδας εισοδήματος, όπου ανήκει - η Ελλάδα έχει χαρακτηριστεί ως χώρα “Υψηλού Εισοδήματος” (σ.σ. οι ορισμοί των περιφερειών, καθώς και των ομάδων εισοδήματος βασίζονται στην ταξινόμηση της Παγκόσμιας Τράπεζας).
Στην πρώτη θέση η Ελβετία, που ηγείται στην ανταγωνιστικότητα ταλέντου, ενώ ακολουθούν Σιγκαπούρη και ΗΠΑΗ χαμηλή αυτή επίδοση της Ελλάδας λέει πολλά για το εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Κι αυτό, καθώς ο φετινός Δείκτης ανέδειξε πως οι χώρες, που βρίσκονται στις πρώτες 10 θέσεις, έχουν κάποια κοινά βασικά χαρακτηριστικά με σημαντικότερο εξ αυτών το καλά οργανωμένο εκπαιδευτικό σύστημα, που αναπτύσσει κοινωνικές δεξιότητες και δεξιότητες αποτελεσματικής συνεργασίας, οι οποίες είναι απαραίτητες στη σημερινή αγορά εργασίας. Μια αναλυτικότερη εξέταση των χαρακτηριστικών των χωρών στις πρώτες θέσεις της κατάταξης, αναδεικνύει τα εξής χαρακτηριστικά: ευέλικτο ρυθμιστικό και επιχειρηματικό τοπίο, πολιτικές απασχόλησης που συνδυάζουν ευελιξία και κοινωνική προστασία και ανοιχτή πολιτική στην ενσωμάτωση ταλέντων τόσο από το εσωτερικό, όσο και από το εξωτερικό
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι, για μία ακόμη χρονιά, η Ελβετία βρίσκεται για το 2018 στην 1η θέση της κατάταξης ως η χώρα που ηγείται σε ανταγωνιστικότητα ταλέντου, ενώ ακολουθούν η Σιγκαπούρη και οι ΗΠΑ. Γενικά, οι ευρωπαϊκές χώρες συνεχίζουν να κυριαρχούν στο Δείκτη GTCI με 15 από αυτές να βρίσκονται στις “top 25”. Ανάμεσα στις μη ευρωπαϊκές χώρες, που βρίσκονται φέτος υψηλά στην κατάταξη, είναι ενδεικτικά η Αυστραλία (11η), η Νέα Ζηλανδία (12η), ο Καναδάς (15η), τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (17η) και η Ιαπωνία (20η). Η Λατινική Αμερική ηγείται σε γυναίκες αποφοίτους (η Αργεντινή κατατάσσεται 5η σε αυτήν τη μεταβλητή). Πολύ καλή προσπάθεια σε θέματα εκπαίδευσης (σε σύγκριση με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ) γίνεται στην Αφρική (Μποτσουάνα 1η, Λεσόθο 2η, Σενεγάλη 3η).
Ελληνικές επιδόσεις
Με εξαίρεση τον πυλώνα “Διατήρηση”, η Ελλάδα αποδίδει γενικότερα κάτω του μέσου όρου της ομάδας εισοδήματος και της περιοχής της, σε όλους τους πυλώνες. Η δεξαμενή των δεξιοτήτων υψηλού επιπέδου, που χαρακτηρίζονται ως δεξιότητες παγκόσμιας γνώσης (Global Knowledge skills) και αφορούν σε γνώσεις και δεξιότητες στελεχών σε διευθυντικούς ή ηγετικούς ρόλους, παραμένει σταθερή, απαρτιζόμενη κατά βάση από εγχώρια ταλέντα (η προσέλκυση ταλέντων από το εξωτερικό παραμένει αδύναμη). Η ενίσχυση του πυλώνα “Ενεργοποίησης” (μέσω ενεργειών, όπως η βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου, της αγοράς και του επιχειρηματικού περιβάλλοντος) θα βελτίωνε την ανταγωνιστικότητα και την ελκυστικότητα της Ελλάδας.
Η επίδοση της Ελλάδας στον δείκτη GTCI σε σύγκριση με την ομάδα «ανταγωνιστών»
Αξιολόγηση
Ο Δείκτης, που δημοσιεύθηκε από το INSEAD, σε συνεργασία με την Adecco και την Tata Communications, αποτελεί μια συγκριτική ετήσια αξιολόγηση του βαθμού, στον οποίο οι χώρες και οι πόλεις αναπτύσσουν, προσελκύουν και διατηρούν τα ταλέντα τους.
Η έκδοση GTCI 2018 περιλαμβάνει 68 μεταβλητές (το 2017 ήταν 65), καλύπτοντας 119 χώρες και 90 πόλεις (το 2017 ήταν 118 χώρες και 46 πόλεις στο Δείκτη). Ξανά, φέτος, στις πρώτες θέσεις βρίσκονται οι ανεπτυγμένες, υψηλού εισοδήματος χώρες.
Ο Δείκτης αξιολογεί τις πολιτικές και τις πρακτικές που επιτρέπουν σε μια χώρα να προσελκύει, να αναπτύσσει και να διατηρεί ταλαντούχα στελέχη, που διαθέτουν τόσο Τεχνικές/Επαγγελματικές Δεξιότητες, όσο και δεξιότητες υψηλού επιπέδου (Δεξιότητες Παγκόσμιας Γνώσης) που σχετίζονται με την καινοτομία, την επιχειρηματικότητα και την ηγεσία - τα ταλαντούχα λοιπόν στελέχη, που συμβάλλουν στην παραγωγικότητα και την ευημερία.
28η η Αθήνα
Ο GTCI 2018 αξιολογεί εκτός από την ανταγωνιστικότητα χωρών και την ανταγωνιστικότητα ταλέντων, σε επίπεδο πόλεων. Στο φετινό Δείκτη Πόλεων βάσει της Ανταγωνιστικότητας Ταλέντων ηγείται η Ζυρίχη (2η στην περσινή κατάταξη πόλεων). Η Αθήνα συμπεριλαμβάνεται στις πόλεις του Δείκτη και κατέχει την 28η θέση στις 90 που συμπεριλήφθηκαν, συνολικά, φέτος.
Στο μεταξύ, οκτώ από τις δέκα πρώτες στην κατάταξη πόλεις, βρίσκονται στην Ευρώπη και δύο στις ΗΠΑ. Οι πόλεις, που βρίσκονται στις πρώτες θέσεις, έχουν ομοιότητες. Όπως συμβαίνει και με τις χώρες, έτσι και οι πόλεις με υψηλότερα επίπεδα ΑΕΠ, έχουν ως φυσικό επακόλουθο την καλύτερη διείσδυση της τεχνολογίας, δημιουργώντας οικοσυστήματα με καλύτερη ποιότητα εκπαίδευσης, επιχειρηματικότητας, υγείας και δομών. Κατ’ επέκταση, οι πόλεις αυτές παρουσιάζουν υψηλό βαθμό ανταγωνιστικότητας ταλέντου. Επιπλέον, πανεπιστήμια που έχουν διακριθεί παγκοσμίως, προσελκύουν διδακτικό προσωπικό ανώτερου επιπέδου, προσφέροντας περισσότερες δεξιότητες στους φοιτητές τους και στη συνέχεια, στην τοπική αγορά εργασίας. Το πόσο δραστήριοι και καινοτόμοι είναι οι τοπικοί φορείς παίζει, επίσης, πολύ σημαντικό ρόλο. Τέλος, το πόσο πυκνά και αποτελεσματικά είναι τα δίκτυα πληροφόρησης καθορίζουν το βαθμό, στον οποίο πόλεις προσελκύουν και διατηρούν τα ταλέντα, όπως φαίνεται από τις επιδόσεις πόλεων, όπως η Σιγκαπούρη, το Ντουμπάι, το Άμπου Ντάμπι, και η Ντόχα.
Διαφορετικότητα
Εκτός από την κατάταξη των χωρών βάσει της ανταγωνιστικότητάς τους σε θέματα ταλέντου, ο φετινός Δείκτης εξετάζει και το θέμα “Διαφορετικότητα και Πολυμορφία ως παράγοντες Ανταγωνιστικότητας”. Τρεις τύποι διαφορετικότητας ξεχώρισαν: γνωστική διαφορετικότητα, διαφορετικότητα ταυτότητας και προτιμήσεων (ή αξιών).
Το θέμα της Διαφορετικότητας αφορά στη συνεργασία μεταξύ ανθρώπων με διαφορετικές προσωπικότητες, γνώσεις, εμπειρίες και οπτική των πραγμάτων. Όπως τονίζεται και από το Δείκτη, η σωστή αξιοποίηση της πολυμορφίας και της διαφορετικότητας δεν είναι απλή διαδικασία: συχνά οι άνθρωποι φαίνεται πως δεν είναι καλά προετοιμασμένοι για να μπορούν να συνεργαστούν αποτελεσματικά με ανθρώπους διαφορετικούς από εκείνους.
Τα ευρήματα του GTCI, όμως, δείχνουν πως δεν υπάρχει ένα μοναδικό επιτυχημένο μοντέλο διαφορετικότητας και ενσωμάτωσης. Η Ελβετία, για παράδειγμα, δεν έχει τόσο καλές επιδόσεις στη μεταβλητή των ευκαιριών ηγεσίας που προσφέρει στις γυναίκες, όπως θα φανταζόταν κανείς από τη γενική κατάταξη της στο Δείκτη. Οι Σκανδιναβικές χώρες έχουν εξαιρετικά καλές επιδόσεις στις περισσότερες μεταβλητές που σχετίζονται με τη συνεργασία, την ενσωμάτωση εσωτερικών διαφορετικών στοιχείων, την κοινωνική κινητικότητα και την ισότητα των φύλων, αλλά δυσκολεύονται σε θέματα ενσωμάτωσης διαφορετικών στοιχείων, που προέρχονται από άλλες χώρες και άρα δυσκολεύονται να προσελκύσουν ταλέντα από το εξωτερικό.